Στροβλές Χανίων, Ένα χωριό διηγείται την ιστορία του

 

Γανωτζήδες

Κάθε χρόνο έρχονταν στο χωριό «καλατζήδες» από την Ήπειρο.
Συνήθως εγκαθιστούσαν το εργαστήριό τους στην φάμπρικά μας στο μετόχι και εκεί εγάνωναν τα μπακιρικά του χωριού, τα τέντζερα, τα τεντζεράκια, τους μαστραπάδες, τα λαβέτζια των μιτάτων, τα αρμεγάρια, τους λύχνους, τα ταψιά, τα ρακοκάζανα και ό,τι άλλο μπακιρικό υπήρχε στο σπίτι.


Πιθαράδες

Στον Φτερόλακκο πολλά καλοκαίρια ερχόταν πιθαράδες από το Θραψανό Ηρακλείου και εκεί κατασκεύαζαν τα πιθάρια και τις κουρούπες και τα διέθεταν στα γύρω χωριά.

Στον Φτερόλακκο έρχονταν γιατί υπήρχε πολύ «κλαδί» για το πύρωμα του καμινιού παρά το ότι το χώμα το έφερναν από το Σταυρό της Σαρακίνας, άλλο στέκι των πιθαράδων. Αυτό που έκανε εντύπωση ήταν ο τρόπος που μετέφεραν τα πιθάρια φορτωμένα ανά δυο στους γαϊδάρους.

Ήταν μια δύσκολη εργασία γιατί τα μονοπάτια ήταν στενά και ένα παραπάτημα του γαϊδάρου μπορούσε να κάμει τα πιθάρια να ακουμπήσουν στα πλάγια του δρόμου και να σπάσουν. Ο μεταφορέας πιθαράς τα «αναβαστούσε» και έκανε διορθωτικές κινήσεις για να αποφύγει την καταστροφή.

 

Το πλέξιμο των καλαθιών

Τα καλάθια που έβαζαν τις ελιές οι μαζώχτρες, τα κοφίνια που έβαζαν πέτρες ή άχερα για τα ζώα, τις κοφίνες που χρησιμοποιούσαν για τα σταφύλια και τα τουπιά για τα τυριά και τις μυζήθρες, τα κατασκεύαζαν οι ίδιοι στο χωριό ή όσοι δεν ήξεραν, τα αγόραζαν από άλλους που ήξεραν να πλέκουν.

Για υλικό χρησιμοποιούσαν βέργες από μερθιές (μυρτιές) ή από ελιές και καλάμια που τα έσχιζαν σε μακριές και στενές λουρίδες. Τις βέργες οταν ήταν ξερές, τις έβαζαν στο νερό κάμποσες ημέρες νωρίτερα για να  μαλακώσουν. Το ίδιο και τα καλάμια. Το πλέξιμο δεν ήταν καθόλου εύκολη δουλειά γιατί το αντικείμενο έπρεπε να έχει τις επιθυμητές και συχνά τυποποιημένες διαστάσεις, να είναι γερό, συμμετρικό και όμορφο.

Η δουλειά του πλεξίματος γινόταν συνήθως τα καλοκαίρια κατά τη μεσημεριανή ανάπαυση για να μην ξοδεύεται χρόνος σε βάρος των άλλων κύριων εργασιών.

Τα κοφίνια - τα πετροκόφινα - ήταν μόνο από βέργες χωρίς καλάμια, για να είναι πιο γερά, οι μεγάλες κοφίνες συνήθως μόνο από καλάμια για  να είναι ελαφριές ενώ τα καλάθια για τις ελιές από βέργες και καλάμια.

Κοφίνες, που τις λέγαμε και τσιφίδες, από καλάμια εχρησιμοποιούντο στο σούρωμα της μπουγάδας, αλλά και για να βάνουν τα πλυμένα  ρούχα. Συνήθως τις κοφίνες αυτές τις τοποθετούσαν κάτω από τα κρεβάτια που ήταν ψηλά για να μην πιάνουν τόπο στο δωμάτιο αλλά και για  να προφυλάσσονται τα ρούχα από τις σκόνες, γιατί εκτός από την προστασία από πάνω με τα σανίδια προστατευόταν και από τα πλάγια με τον κρεβατόγυρο.

Και σήμερο υπάρχουν τέτοια πλεκτά αντικείμενα αλλά περισσότερο σαν διακοσμητικά ή μουσειακά είδη.


Μεταξαργιό

Άλλη δουλειά που γινόταν στην αρχή του καλοκαιριού ήταν το «μεταξαργιό». Κατά το Μάη αγοράζανε τον μεταξόσπορο σε πλακέ στρογγυλά κουτιά με τρύπες για να αερίζεται. Από μόνοι τους ή ύστερα από ζέσταμα αν ήταν κρύο, οι σπόροι άνοιγαν και έβγαιναν μικρά μικρά σκουλήκια. Τους κόβανε μουρνόφυλλα, όπως κόβαν τη σαλάτα, τα έβαζαν πάνω από τα σκουληκάκια και αυτά έτρωγαν και μεγάλωναν.

Όταν μεγάλωναν αρκετά τα σκουληκάκια μεταφέρονταν στις «καλαμωτές» και η διατροφή γινόταν με ολόκληρα φύλλα μουρνιάς. Μεγάλωναν αρκετά γρήγορα. Το τάϊσμα γινόταν δυο-τρεις φορές την ημέρα και όταν τρώγανε ακουόταν ένα ελαφρό θρόϊσμα πολύ χαρακτηριστικό.

 Όταν μεγάλωναν αρκετά, περίπου σε ένα μήνα, βάζανε κλαδιά ή θύμους πάνω στις καλαμωτές και τα σκουλήκια λίγα-λίγα ανέβαιναν και έπλεκαν το κουκούλι. Όταν τέλειωναν όλα και αφού άφηναν να περάσουν μερικές ημέρες βγάζανε τα κουκούλια από τα κλαδιά, τα καθάριζαν από τις εξωτερικές σκόρπιες κλωστές, τα έβαζαν σε κοφίνια και τα άπλωναν στον ήλιο να ξεραθούν ή καλύτερα για να ψοφήσουν οι χρυσαλλίδες στις οποίες είχαν μεταμορφωθεί τα σκουλήκια. Αν τα άφηναν πολλές ημέρες χωρίς λιάσιμο, τότε οι χρυσαλλίδες γινόταν πεταλούδες, τρυπούσαν τα κουκούλια και έβγαιναν έξω, οπότε το κουκούλι αχρηστευόταν.

Τα κουκούλια τα πουλούσαν συνήθως. Σπάνιες φορές τα πήγαιναν στον «αναλυτή» και έβγαζαν μετάξι το οποίο χρησιμοποιούσαν στην υφαντική.